εκτελωνίζω

εκτελωνίζω
μετ. исполнить таможенные формальности

Νέα ελληνική-Ρωσικά λεξικό. . 1980.

Игры ⚽ Поможем сделать НИР

Смотреть что такое "εκτελωνίζω" в других словарях:

  • εκτελωνίζω — εκτελωνίζω, εκτελώνισα βλ. πίν. 33 …   Τα ρήματα της νέας ελληνικής

  • εκτελωνίζω — εξάγω και παραλαμβάνω εμπόρευμα από το τελωνείο μετά τις νόμιμες διατυπώσεις και την καταβολή τού σχετικού τέλους …   Dictionary of Greek

  • εκτελωνίζω — εκτελώνισα, εκτελωνίστηκα, εκτελωνισμένος, μτβ., κάνω τις νόμιμες διατυπώσεις για την παραλαβή ή εξαγωγή εμπορευμάτων από το τελωνείο …   Νέο ερμηνευτικό λεξικό της νεοελληνικής γλώσσας (Новый толковании словарь современного греческого)

  • εκτελώνιση — η η ενέργεια και το αποτέλεσμα τού εκτελωνίζω, ο εκτελωνισμός, το σύνολο τών διατυπώσεων που ορίζουν οι νόμοι μέ τις οποίες εξάγωμε και παραλαμβάνουμε εμπορεύματα από το τελωνείο …   Dictionary of Greek

  • τελωνίζω — Ν 1. επιβάλλω την πληρωμή τελωνειακού τέλους στα εισαγόμενα και εξαγόμενα εμπορεύματα 2. εκτελωνίζω. [ΕΤΥΜΟΛ. < τελώνης. Το ρ. μαρτυρείται από το 1871 στο Ελληνογαλλικόν Λεξικόν τού Άγγ. Βλάχου] …   Dictionary of Greek


Поделиться ссылкой на выделенное

Прямая ссылка:
Нажмите правой клавишей мыши и выберите «Копировать ссылку»